Ο νους δεν είναι ενα δοχείο που πρέπει να γεμίσει, αλλά μια φλόγα που πρέπει να ανάψει
Ringforts : Οι μυστηριώδεις πέτρινοι σχηματισμοί της Ιρλανδίας
Γράφει ο Έρικ Σμυρναίος
Η Ιρλανδία, το σμαραγδένιο νησί όπως προτιμούν να την αποκαλούν οι κάτοικοί της, είναι ένας τόπος διαποτισμένος από τη δύναμη και την ομορφιά μιας πανάρχαιας και παράξενης μαγείας.
Ακόμα και σήμερα λέγεται ότι στους πράσινους λόφους και στα απέραντα λιβάδια της, τις νύχτες με πανσέληνο, χορεύουν ξωτικά ενώ σε ορισμένους τόπους, για παράδειγμα στα μέρη όπου ορθώνονται αρχαίες πέτρες ή παράξενοι γήλοφοι, δυνάμεις άλλες, που κάποτε υποχώρησαν μπροστά στα κύματα μιας προελαύνουσας ανθρωπότητας, περιπαίζουν τον ανύποπτο διαβάτη.
Κάποια από εκείνα τα «επικίνδυνα» σημεία, εκεί όπου εκδηλώνονται οι επιρροές ενός άλλου κόσμου στον οποίο ο άνθρωπος δεν έχει εξουσία, στεφανώνονται από αλλόκοτους σχηματισμούς που είναι κυκλικοί στο σχήμα: Πρόκειται για τα λεγόμενα «Ringforts» που ακόμα και σήμερα τυλίγονται από ένα πυκνό πέπλο μυστηρίου.
Πιστεύεται ότι υπάρχουν πάνω από 40.000 τέτοιοι σχηματισμοί στο σμαραγδένιο νησί. Το 2009 μια ομάδα τεσσάρων φωτογράφων που χρηματοδοτήθηκαν από το Ίδρυμα Παγκόσμιας Τέχνης της Ουαλίας ταξίδεψαν κατά μήκος της Δυτικής Ακτής της Ιρλανδίας.
Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους κατέγραψαν και φωτογράφισαν εκείνα τα παράξενα υπολείμματα του παρελθόντος.
Αν ενδιαφέρεστε, μπορείτε να ρίξετε μια ματιά στο έργο τους κάνοντας κλικ στον σύνδεσμο www.fairyfortproject.com
Ωστόσο, ακόμα και σήμερα, γνωρίζουμε πολύ λίγα πράγματα για το πότε κατασκευάστηκαν τα «Ringforts,» από ποιους χρησιμοποιήθηκαν και ποια ήταν η λειτουργία τους.
Οι αρχαιολόγοι βέβαια, θα σας πουν ότι κατά πάσα πιθανότητα κατασκευάστηκαν στα τέλη της εποχής του σιδήρου η οποία στην Ιρλανδία διήρκησε από το 800 προ Χριστού μέχρι το 100 μετά Χριστό περίπου. Υπάρχουν ενδείξεις ότι χρησιμοποιούνταν μέχρι τις πρώτες μέρες του εκχριστιανισμού της Ιρλανδίας, τότε που οι κάτοικοί της ζούσαν σε κυκλικές κατασκευές (τα λεγόμενα «roundhouses»-στρογγυλά σπίτια,) μέσα σε περίβολους από χαντάκια που χρησίμευαν ως οχυρωματικά έργα.
Αυτά πιστεύεται ότι ήταν περαιτέρω ενισχυμένα με ξύλινους φράχτες και ξύλινα ή πέτρινα οικοδομήματα στρογγυλού πάντα σχήματος. Πολλοί αρχαιολόγοι ισχυρίζονται επίσης ότι αποτελούνταν κυρίως από ξύλινα κτίρια που κάποια στιγμή θα σάπισαν και γι’ αυτό και άφησαν ξοπίσω τους μονάχα παράξενα στρογγυλά σημάδια στο τοπίο.
Επίσης, θα σας πουν ότι στο εσωτερικό τους φυλάσσονταν κοπάδια κατά τη διάρκεια της κακοκαιρίας ή για να είναι ασφαλή από επιδρομές. Τέλος, πιστεύεται ότι κατοικούνταν από ελεύθερους ανθρώπους που ασχολούνταν με την κτηνοτροφία, δηλαδή από άτομα που δεν είχαν υποδουλωθεί σε κάποιον φεουδάρχη και που ονομάζονταν «free men,» καθώς και από τις οικογένειές τους.
Τι είναι ωστόσο αυτά τα περίεργα «Ringforts» ή αλλιώς «νεραϊδοφρούρια» όπως προτιμούν να τα αποκαλούν μέχρι τις μέρες μας οι άνθρωποι που ζουν κοντά τους;
Σε γενικές γραμμές, με αυτό το όνομα περιγράφεται ένας κυκλικός χώρος ο οποίος καμιά φορά υψώνεται πάνω από το γύρω έδαφος ενώ συχνά περιβάλλεται από ένα ρηχό χαντάκι ή ανάχωμα. Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, την μακρινή εποχή του Σιδήρου, τότε που κατασκευάστηκαν αυτά τα έργα, το «δαχτυλίδι»που σχημάτιζαν ήταν ένα σύνορο που κάποτε αγκάλιαζε κάποια κατοικία ή κάποιο συγκρότημα κατοικιών.
Το χαντάκι που περιέβαλλε το «φρούριο» ήταν ενισχυμένο με ένα ξύλινο φράχτη ή με έναν φράχτη από θάμνους ή και από πυκνές συστάδες δέντρων ή αγκαθωτών θάμνων. Αν και τα περισσότερα «Ringforts» που έχουν εντοπιστεί έχουν διάμετρο 27 με 30 μέτρων περίπου, έχουν βρεθεί και πολύ μεγαλύτερες κατασκευές αυτού του είδους με διάμετρο μέχρι και εβδομήντα πέντε μέτρων. Πιστεύεται ότι τα μεγαλύτερα από αυτά τα έργα θα πρέπει να προσέφεραν κατάλυμα στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα εκείνης της κοινωνίας ενώ ένα συγκρότημα μικρότερων φρουρίων θα πρέπει να είχε αναπτυχθεί γύρω από το πιο μεγάλο.
Σήμερα, αυτά τα «νεραϊδοφρούρια» μοιάζουν με μεγάλους σχηματισμούς από χώμα, πηλό, γρασίδι ή αγκαθωτούς θάμνους που είναι κυκλικά στο σχήμα.
Στην Ιρλανδέζικη παράδοση, τα «ringforts» ονομάζονται και «raths.»
Η λέξη «rath» περιγράφει ένα φρούριο που είναι κατασκευασμένο από χώμα ενώ οι λέξεις «caiseal» ή «cathair» αφορούν φρούρια που είναι φτιαγμένα από πέτρες.
Εκείνα δεν περιβάλλονταν από εξωτερικά χαντάκια και σε γενικές γραμμές είναι μικρότερα σε μέγεθος από τα αντίστοιχα χωμάτινα. Η λέξη «lios» αναφέρεται στο εσωτερικό του φρουρίου και η λέξη «urlann» στην περιοχή που το περιβάλλει. Μερικά φρούρια είχαν υπόγεια περάσματα που ήταν σκαμμένα στο βραχώδες υπόστρωμα της περιοχής ή στον πηλό που βρίσκεται κάτω από το φρούριο.
Πιστεύεται ότι αυτά τα υπόγεια περάσματα χρησιμοποιούταν ως καταφύγια από τους κατοίκους του φρουρίου αλλά και ως αποθηκευτικός χώρος σε καιρούς ειρήνης.
Ένας από τους λόγους για τον οποίο δεν γνωρίζουμε πολλά για τους κατασκευαστές και την καθημερινότητα των ανθρώπων που ζούσαν μέσα στα «Ringforts» είναι το παράξενο δίχτυ των δοξασιών και των πανάρχαιων πεποιθήσεων που τα περιβάλλει και που τα μετατρέπει σε τόπους εχθρικούς για τους ανθρώπους:
Σύμφωνα με τις παραδόσεις των Ιρλανδών, τα κυκλικά εκείνα απομεινάρια οριοθετούν μαγικά περάσματα που οδηγούν στο αλλοδιαστατικό βασίλειο των Sidhe, των αρχαίων ξωτικών, γεγονός που τα καθιστά επίφοβα και ιερά, απροσπέλαστα άβατα και σύμβολα της ιερής ιστορίας της Ιρλανδίας που κανείς δεν τολμά να αψηφήσει.
Αφηγήσεις για ανθρώπους και ζώα που χάθηκαν μυστηριωδώς όταν εισέβαλαν στο εσωτερικό τους, για απερίσκεπτους επισκέπτες που περιήλθαν σε εναλλακτικές καταστάσεις συνείδησης από τις οποίες κάποιοι δεν επανήλθαν ποτέ και κατέληξαν «νεραϊδοπαρμένοι», για ανεξήγητους θανάτους και άλλες ατυχίες, έχουν προστατεύσει τα «Ringforts» εδώ και πολλούς αιώνες.
Οι Ιρλανδοί τα αποκαλούν «fairy forts,» δηλαδή «νεραιδοφρούρια» και θεωρούν ότι είναι οι κατοικίες μυθολογικών πλασμάτων όπως είναι τα ξωτικά, τα leprechauns, και οι γίγαντες.
Πιστεύουν ότι αυτά τα οχυρά είναι διαποτισμένα από την αρχαία μαγεία των Δρυιδών και ότι μέσα τους ζουν προστατευμένα νεράιδες και ξωτικά.
Σύμφωνα με το πανάρχαιο «Βιβλίο των Εισβολών» το οποίο περιγράφει τις προανθρώπινες φυλές που αποίκισαν διαδοχικά το νησί της Ιρλανδίας, οι αρχαίοι κάτοικοι της Ιρλανδίας ονομάζονταν Tuatha De Danann και ήταν όντα περήφανα και λαμπερά, προικισμένα με υπερφυσικές δυνάμεις, κάτι σαν τα Elves που κατέχουν περίοπτη θέση στο πάνθεον της τριλογίας του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών.».
Εμφανίστηκαν στις δυτικές ακτές της Ιρλανδίας μέσα από πυκνά σύννεφα, εισέβαλαν στην ενδοχώρα της και νίκησαν τους απαίσιους και τερατώδεις Fomorians, δύσμορφους γίγαντες που ζούσαν σε σπήλαια και έτρωγαν ανθρώπους.
Οι Tuatha De Danann αντίθετα, ήταν όντα πανέμορφα, ανθρωποειδή σε εμφάνιση αλλά χλωμά, με πράσινα μάτια, ενώ συχνά έχουν επάνω τους χαρακτηριστικά ζώων όπως για παράδειγμα μυτερά αυτιά . Αργότερα, σύμφωνα πάντα με το «βιβλίο των εισβολών,» ηττήθηκαν με τη σειρά τους από τους ανθρώπους, τους ατρόμητους Milesians που έφτασαν στην Ιρλανδία κατά την έναρξη της εποχής του σιδήρου, συμφωνόντας παραδόξως με του ισχυρισμούς της επίσημης αρχαιολογίας όσον αφορά την περίοδο που άρχισαν να κατασκευάζονται τα αινιγματικά «Ringforts.»
Αποσύρθηκαν λοιπόν σε μια παράλληλη διάσταση και σε υπόγεια βασίλεια που βρίσκονται κάτω από τα «Ringforts» καθώς και μέσα σε «νεραϊδόλοφους» από όπου, μεταμορφωμένοι πλέον σε θεότητες της Γης, συνεχίζουν να ελέγχουν τον καιρό και τις σοδειές και να επηρεάζουν έτσι τη ζωή των ανθρώπων.
Τώρα πια ονομάζονται «Sidhe» μια λέξη που στα Γαελικά σημαίνει «άνθρωποι των λόφων» και που υποτίθεται ότι περιγράφει τον ήχο των φωνών τους που μοιάζει με σφύριγμα. Ωστόσο, εξακολουθούν να εμφανίζονται περιστασιακά στον κόσμο μας ως Μάγοι και Δρυίδες ενώ στις μέρες μας υιοθετούν τη μορφή αλλοκοτων εξωγήινων που χειρίζονται μια άγνωστη τεχνολογία.
Οι άνθρωποι, για να τους εξευμενίσουν τους ονόμασαν «Καλούς γείτονες» ή «Good People» ενώ θεωρούνται πλέον ταυτόσημοι με τα ιδιότροπα ξωτικά και τις νεράιδες.
Τα «Ringforts» λοιπόν είναι περάσματα προς το βασίλειο των ξωτικών.
Συνδέονται με τους περίεργους μανιταρόκυκλους που εμφανίζονται ξαφνικά και ανεξήγητα μετά από μια καλή βροχή και που εκτελούν την ίδια λειτουργία. Ίσως από εκεί να ξεπήδησαν και οι δοξασίες που διαβεβαιώνουν ότι τα εργατικά leprechauns κρύβουν τον θησαυρό τους μέσα σε αυτά τα αρχαία φρούρια.
Ο Kipling στο βιβλίο που έγραψε το 1906 με τον τίτλο «Puck of Pook’s» περιγράφει ακριβώς αυτό. Σύμφωνα με τις αφηγήσεις των Ιρλανδών, οι νεράιδες και τα ξωτικά προστατεύουν αυτά τα μέρη με μεγάλη αποφασιστικότητα. Πολλές φορές περαστικοί ακούν μουσική να βγαίνει από το εσωτερικό τους τις νύχτες με φεγγάρι ενώ άλλες φορές βλέπουν παράξενα φώτα να αιωρούνται από πάνω τους. Αυτός είναι ο λόγος που οι περισσότεροι Ιρλανδοί αρνούνται να τα πλησιάσουν ή να τα διαταράξουν με οποιοδήποτε τρόπο. Εφόσον προστατεύονται από τη μαγεία των Tuatha de Dannan, όποιος τα πειράξει θα υποστεί κακοτυχίες και τραυματισμούς, θα τρελαθεί ή θα αρρωστήσει ανεξήγητα και ίσως και να πεθάνει. Επίσης, γύρω από τα οχυρά κυκλοφορούσαν πολλές ιστορίες για απαγωγές ανθρώπων από νεράιδες.
Αυτές οι δοξασίες επιβιώνουν μέχρι και σήμερα και μοιάζουν να μην έχουν χάσει τίποτα από τη δύναμή τους. Οι φρόνιμοι αγρότες και κτηνοτρόφοι ποτέ δεν πλησιάζουν αυτά τα μνημεία ούτε και πειράζουν τη βλάστηση που αναπτύσσεται γύρω τους. Ιδιαίτερα επικίνδυνες ημερομηνίες θεωρούνται η 2η μέχρι και η 7η Αυγούστου και η 11η Νοεμβρίου, τότε που πομπές έφιππων ξωτικών βγαίνουν από τα λημέρια τους και ταξιδεύουν σε ευθείες γραμμές από φρούριο σε φρούριο.
Εκείνα τα ευθύγραμμα ξωτικό-μονοπάτια θεωρούνται ιερά και πολλές φορές χτίζονται σπίτια με γωνιές και τμήματα που λείπουν προκειμένου να μην επισύρουν επάνω τους την οργή των ξωτικών σε περίπτωση που το εν λόγω σπίτι είναι χτισμένο επάνω τους.
Το 1992 ένας μεγαλοεπιχειρηματίας και δισεκατομμυριούχος εργολάβος, ο αξιότιμος κύριος Sean Quinn, χρηματοδότησε ένα πρόγραμμα μετακίνησης ενός Ringfort στην κομητεία του Cavan με σκοπό να επεκτείνει ένα από τα λατομεία του. Από τότε τον βρήκαν μεγάλες κακοτυχίες: Η επιχείρηση τσιμέντων στην οποία είχε επενδύσει έκλεισε, το ξενοδοχείο του φαλίρισε και πολλές άλλες επιχειρηματικές του προσπάθειες είχαν άδοξο τέλος. Πολλοί πιστεύουν ότι οι επιχειρήσεις του καταστράφηκαν γιατί δεν σεβάστηκε τις προειδοποιήσεις των αλλοκοσμικών κατοίκων του οχυρού.
Μια ακόμα πιο πρόσφατη περίπτωση αφορά τον τεχνητό λόφο του Tara, την τοποθεσία όπου υποτίθεται ότι βρίσκεται θαμμένη μια πανίσχυρη βασίλισσα των Ξωτικών. Το 2007 η Ιρλανδική κυβέρνηση είχε τη φαεινή ιδέα να επιτρέψει την καταστροφή κάποιων αρχαιολογικών χώρων προκειμένου να κατασκευαστεί ένας αυτοκινητόδρομος.
Πολύ γρήγορα ο τότε υπουργός Περιβάλλοντος Dick Roche έπαθε σημαντικές οικονομικές ζημιές, έχασε το πόστο του και δέχτηκε επίθεση από μια συμμορία εγκληματιών που τον κράτησαν όμηρο στο Druids Glen Hotel. (Ξενοδοχείο «Το Ξέφωτο των Δρυιδών»!) Ο Martin Cullen Υπουργός μεταφορών που επίσης συμφώνησε με το έργο της καταστροφής, παραλίγο να πέσει έξω από το ελικόπτερό του όταν η πόρτα του άνοιξε από μόνη της ενώ πετούσε σε μεγάλο υψόμετρο. Ο υφυπουργός Υγείας και Ασφάλειας τραυματίστηκε σοβαρά όταν έπεσε από ένα δέντρο στο Rath Lugh, ενός ένας εργάτης σκοτώθηκε μέσα σ’ ένα από τα «νεραιδοφρούρια» που επρόκειτο να καταστραφεί.
Όπως μπορεί κανείς να συμπεράνει λοιπόν, ανεξάρτητα από το κατά πόσο υπάρχουν ή όχι νεράιδες και ξωτικά στην Ιρλανδία, η αποτροπαϊκή μαγεία που προστατεύει τα «Ringforts» μοιάζει να μην έχει χάσει τίποτα από τη δύναμή της.
Τα μυστηριώδη αυτά απομεινάρια του προχριστιανικού παρελθόντος του νησιού περιβάλλονται ακόμα από έναν αέρα άχρονου μυστήριου και ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που το κράτος της Ιρλανδίας εφαρμόζει πλέον έναν νόμο που ορίζει ότι ο χώρος γύρω που εκτείνεται γύρω από τα Ringforts σε απόσταση μέχρι και τριάντα μέτρων προστατεύεται αυστηρά από κάθε μορφής ανθρώπινης επέμβασης.
Φυσικά, αν θέλετε να διαπιστώσετε οι ίδιοι αν τα «Ringforts» όντως περιέχουν περάσματα που οδηγούν κάπου «αλλού» δεν έχετε παρά να επισκεφτείτε την Ιρλανδία και να περάσετε μια νύχτα με πανσέληνο στο εσωτερικό τους.
Θα το τολμήσετε;
Who is Who
Ο Έρικ Σμυρναίος είναι κατά το ήμισυ Έλληνας και κατά το ήμισυ Φιλανδός, και γεννήθηκε στην Αγγλία το 1970, όπου και σπούδασε Νομικά. Από το 1993 ζει και εργάζεται στην Ελλάδα όπου, στον ελεύθερο χρόνο του, αρέσκεται να γράφει διηγήματα και μυθιστορήματα που κινούνται στο χώρο του φανταστικού. Παρά το ότι η μητρική του γλώσσα δεν είναι τα ελληνικά, τα έργα του είναι γραμμένα σε αυτή τη γλώσσα, την οποία ο ίδιος θεωρεί “την τελειοτέρα όλων των γλωσσών”. Κατά τα άλλα, του αρέσει ο κινηματογράφος φαντασίας, με ιδιαίτερη προτίμηση στο είδος του μεταφυσικού θρίλερ και της επιστημονικής φαντασίας, το διάβασμα, οι πεζοπορίες στα συναρπαστικά ελληνικά βουνά και η εξερεύνηση μυστηριακών τόπων, κατά προτίμηση κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Φιλοδοξεί μια μέρα να πατήσει το πόδι του στον πλανήτη Άρη, αν κι έχει αποδεχτεί πλέον το γεγονός ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι μάλλον απίθανο. Τα τέσσερα βιβλία του Συγγραφέα : α) Η Κυρά Της Πόλης β) Δεσμοί Αίματος γ) Η Εκδίκηση της Κασσάνδρας.δ ) Κθούλου Φτού-νγκ